οπορτουνισμός

οπορτουνισμός
ο
ο καιροσκοπισμός, ο πολιτικός ιδίως τυχοδιωκτισμός.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • οπορτουνισμός — (opportunisme). Με τον όρο αυτό, που χρησιμοποιείται ευρύτατα στην πολιτική, χαρακτηρίζεται ο καιροσκοπισμός αλλά και ο συμβιβασμός. Ιδιαίτερα χρησιμοποιείται από τα κομουνιστικά και εργατικά κόμματα και δηλώνει την πολιτική εκείνη τάση, που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”